Το ξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία στον ομώνυμο λόφο.
Από εντοιχισμένες πλάκες φαίνεται ότι το κτίσμα ανακαινίστηκε (ή χτίστηκε) το 1873, μετά ξανά το 1952. Η τελευταία ανακαίνιση έγινε το 2017- 18 από την “Επιτροπή Προφήτη Ηλία Παλαιοκάστρου Χαλκιδικής” και του έδωσε την σημερινή καλαίσθητη μορφή του .
Το ιστορικό της αποκατάστασης
Μια ομάδα κατοίκων του Παλαιοκάστρου της Χαλκιδικής αποφάσισαν πριν πέντε περίπου χρόνια να προχωρήσει στο εγχείρημα της αποκατάστασης του εξωκλησιού του Προφήτη Ηλία. Αυτή βεβαίως η πρωτοβουλία τους δεν ήταν ξεκομμένη από το γεγονός ότι στο μικρό αυτό χωριό υπήρχε από παλαιότερα μια σειρά αντίστοιχων συλλογικών δράσεων πολιτισμικού, κυρίως, χαρακτήρα όπως η αναβίωση εθίμων, θεατρικά δρώμενα, ποιητικές βραδιές, ακόμη και έκδοση τοπικής εφημερίδας κ.ά. Υπήρξε με αυτά τα δεδομένα η κατάλληλη υποδομή για να μπορούν να καρποφορήσουν ιδέες και να γίνεται πράξη η αγάπη των κατοίκων προς τον τόπο τους. Να πιστοποιούν δηλαδή αυτή τη σχέση και να γίνονται χρήσιμοι, όχι με μεγαλοστομίες και κοινοτυπίες που συχνά εντοπίζει κανείς σε πομπώδεις επετειακούς λόγους, αλλά με πρωτοβουλίες και αποτελεσματικές δράσεις. Τα μέλη αυτής της ομάδας, κατά βάση επτά οικογενειών, ανέλαβαν την φροντίδα και όσα αφορούσαν στο ξωκλήσι, που βρίσκεται λίγο έξω από το χωριό. Ήταν κατά την ντοπιολαλιά οι «οικονομάδες» του, αυτοί δηλαδή που θα συνέχιζαν μια λαϊκή παράδοση με ρίζες στα βάθη του χρόνου, όταν η κάθε λογής συλλογικότητα αποτελούσε κατά την οθωμανική περίοδο βασικό στοιχείο στις «των Ελλήνων τις Κοινότητες». Στα πλαίσια των καθηκόντων τους κι ανάμεσα στις πρώτες αποφάσεις που πήραν, ήταν η αποκατάσταση του εξωκλησιού στην αρχέτυπη μορφολογία του και η διαμόρφωση του περιβάλλοντα χώρου. Θα ακολουθήσουν στη συνέχεια οι συμπληρωματικές εργασίες στο εσωτερικό του. Γνώριζαν ωστόσο καλά ότι για να υπάρξει ένα σωστό αποτέλεσμα, δεν έφτανε μόνο η δική τους θέληση ή ο όποιος αυτοσχεδιασμός, ούτε φυσικά από μόνη της η λήψη της σχετικής αδείας από την Μητρόπολη Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου, στην οποία υπάγεται το χωριό. Χρειάζονταν και η συμβολή ανθρώπων με εμπειρία στο συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο. Με αυτό το πνεύμα κάλεσαν τον Βασίλη Λοκοβίτη, ως πολιτικό μηχανικό και εμένα, ως αρχιτέκτονα μηχανικό, δυο συνδημότες δηλαδή και φίλους τους μηχανικούς, για να προσφέρουμε υπηρεσίες τεχνικού συμβούλου. Ανταποκριθήκαμε γιατί πάντα πρέπει να στηρίζουμε τέτοιες πρωτοβουλίες. Μετά την έκδοση της σχετικής αδείας, άρχισαν οι εργασίες αποκατάστασης και ανάπλασης του περιβάλλοντα χώρου, στις οποίες συμμετείχαν αποκλειστικά οι ίδιοι. Στις εκεί επισκέψεις μας διαπιστώναμε τη ζεστασιά και το ζήλο γι’ αυτό που έκαναν. Ήταν ακριβώς αυτή η θεμελιακή προϋπόθεση, που πάντα χρειάζεται, ώστε να προκύψει ένα λαμπρό αποτέλεσμα, όπως άλλωστε συμβαίνει και με πολλά άλλα στη διαδρομή του κάθε ανθρώπου. Η θέση. Ως επιτυχημένη επιλογή των κτητόρων του μπορεί να χαρακτηρισθεί η χωροθέτηση του προφήτη Ηλία στην συγκεκριμένη περιοχή, νότια του σημερινού χωριού και στα ανατολικά του παλαιού οικισμού. Χτίστηκε στην κορυφή ενός λόφου, που στη συνέχεια πήρε το όνομά του. Σ’ αυτόν δεσπόζουν οι αιωνόβιες και πανύψηλες πουρνάρες, αντιπροσωπευτικά δείγματα της χλωρίδας της περιοχής. Οι δύο αυτοί οικισμοί του Παλιόκαστρου αποτελούν και τις αφετηρίες προσέγγισης του Προφήτη Ηλία, στην οποία βοηθούν και οι σχετικές ενημερωτικές πινακίδες. Από την πρώτο φθάνει κανείς εκεί, ακολουθώντας τον παλαιό επαρχιακό δρόμο του Χολομώντα με κατεύθυνση προς τον Ταξιάρχη και στη συνέχεια στρίβοντας δεξιά στον πρώτο αγροτικό. Στη δεύτερη περίπτωση, ακολουθεί τον δασικό ανηφορικό δρόμο, που αρχίζει από το σημείο διασταύρωσής του με τον παλιό επαρχιακό δρόμο Παλαιοκάστρου – Πολυγύρου και στο ύψος εισόδου στο παλιό χωριό. Το μήκος της διαδρομής από το νέο χωριό είναι 1.200 μ., ενώ από το παλιό 500 μ. Στοιχεία του κτίσματος και των εργασιών αποκατάστασης. Το ξωκλήσι αποτελείται από ένα ορθογώνιο πέτρινο κτίσμα μήκους 6,75 μ. και πλάτους 4,12 μ. Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, που είναι εντοιχισμένη στη νότια πλευρά του, χτίστηκε το 1873. Η περιμετρική λιθοδομή, πλάτους 0,50 μ., αρμολογήθηκε στην εξωτερική της όψη, ενώ οι εσωτερικές επιφάνειες, που ήταν επιχρισμένες και χωρίς εικονογράφηση, διατηρήθηκαν ως είχαν. Ο εσωτερικός χώρος περιλαμβάνει το ιερό, που διαχωρίζεται από των μεγαλύτερων διαστάσεων κυρίως ναό με ένα ξύλινο τέμπλο, χωρίς ιδιαίτερη κατασκευή και εικόνες. Η στάθμη έδρασης της στέγης, μετά την αποκατάστασή της, βρίσκεται 1,97μ. πάνω από τη στάθμη του περιβάλλοντα χώρου, ενώ το μέγιστο ύψος της (μέχρι την κορυφογραμμής της) στα 2,97 μ. Εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι το ξωκλήσι πριν χρόνια είχε αποκτήσει μεγαλύτερο ύψος κατά 0,80 μ., γιατί στην αρχική λιθοδομή προστέθηκε πλινθοδομή! Δεν ήταν βεβαίως η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο. Το είχα συναντήσει πριν χρόνια και στο μεταβυζαντικό ξωκλήσι επί της ακτής του Θερμαϊκού, ανάμεσα στους οικισμούς της Ν. Σκιώνης και των Λουτρών της Αγίας Παρασκευής στη Κασσάνδρα. Είχα τότε μια έντονη αντιπαράθεση με όσους είχαν πάρει την αυθαίρετη απόφαση να …«δώσουν ύψος» στην Παναγία Φανερωμένη, όπου ήταν αφιερωμένο. Αλλά ποιος άκουγε, «φωνή βοώντος εν τη ερήμω»… Όπως είναι ευνόητο κατά τις εργασίες της αποκατάστασης του Προφήτη Ηλία η πρόσθετη πλινθοδομή αποξηλώθηκε. Το ίδιο συνέβη και με την εσωτερική ψευδοροφή, όπως και με τα μεταλλικά κουφώματα των παραθύρων και της πόρτας εισόδου, που αντικαταστάθηκαν με ξύλινα, στον τύπο των παλαιότερων. Η στέγη, της οποίας ο ξύλινος σκελετός είχε υποστεί φθορές και στρεβλώσεις, ανακατασκευάστηκε, με την χρησιμοποίηση πρόσθετων ξύλων καστανιάς και δρυός (δέντρινα), τα περισσότερα των οποίων είχαν διατεθεί από ιδιοκτήτες μισογκρεμισμένων σπιτιών του χωριού. Με τέτοια ξύλα αντικαταστάθηκαν και οι οριζόντιες ξυλοδεσιές (χατίλια) της λιθοδομής, που τοποθετούνταν για την ενίσχυση της αντισεισμικής θωράκισης των κτισμάτων. Πριν την επαναχρησιμοποίησή τους υπέστησαν την κατάλληλη επεξεργασία, τόσο για την προληπτική προστασία τους από το σαράκι, όσο και για την αισθητική και τον εναρμονισμό τους προς την εποχή της ανέγερσης του εξωκλησιού, στις θέσεις τουλάχιστον που αυτά ήταν ορατά (εσωτερικό της στέγης, εξωτερική επιφάνεια λιθοδομής). Αντικαταστάθηκαν ακόμη τα κεραμίδια γαλλικού τύπου, με τα οποία είχε επικαλυφθεί η στέγη σε κάποια ενδιάμεση φάση της, με τις σχιστόπλακες, που διακρίνονται και σε φωτογραφίες παλαιότερων εποχών. Η αποκατάσταση του κελύφους ολοκληρώθηκε με το αρμολόγημα της λιθοδομής. Αυτές τις μέρες ολοκληρώθηκε και η τελευταία φάση εργασιών στο δάπεδο, από το οποίο διασώθηκε ένα τμήμα του αρχικού μέσα στο Ιερό. Επίσης επανατοποθετήθηκε το τέμπλο γιατί απαιτήθηκε υποβίβαση της νεότερης στάθμης του δαπέδου. Το πνεύμα του τόπου. Η θέα από τον αύλειο χώρο του Προφήτη Ηλία είναι καταπληκτική και ιδιαίτερα την ώρα που ο ήλιος βασιλεύει στα μέρη της Θεσσαλονίκης και στην οροσειρά των Πιερίων, που γειτονεύουν με τον Όλυμπο, το βουνό των θεών. Έχει κανείς την αίσθηση ότι όλοι αυτοί οι τόποι, μαζί και η Χαλκιδική, συναποτελούν μια γεωγραφική ενότητα σημαδεμένη από την κοινή Ιστορία και τους μύθους μιας περιοχής διαχρονικά κατοικημένης! Όλα στον Προφήτη Ηλία συνθέτουν ένα ξεχωριστό χώρο αναψυχής και στοχασμού, ιδιαίτερα κατά το γιορτασμό του ξωκλησιού καταμεσής στο καλοκαίρι, όταν αναβιώνουν παμπάλαια έθιμα και ξανάρχονται μνήμες από το μακρινό παρελθόν. Στο φετινό πανηγύρι, που συνέπιπτε με την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης του έργου της αποκατάστασης, όλα είχαν αποκτήσει ξεχωριστές διαστάσεις και μεταφυσικές ιδιότητες. Τα τραγούδια, οι ήχοι του δάσους, τα παραδοσιακά εδέσματα, τα τσίπουρα και τα κρασιά, ακόμη και το φως από τις λάμπες της κηροζίνης -θυέλλης κάποτε τις λέγαμε-, ανακαλούσαν αλλοτινές εποχές, αυτές που σφραγίστηκαν από το πνεύμα και τη μοναδικότητα του τόπου. (Γιάννης Κύρκου Αικατερινάρης)